Η αιτία της παραμένει ακόμη ανεξήγητη. Για την εμφάνιση της νόσου προφανώς πρέπει να επιδράσουν μαζί πολλοί παράγοντες. Η σημασία των β-αιμολυτικών στρεπτόκοκκων της ομάδας Α, των σταφυλόκοκκων, των μυκοπλασμάτων αλλά και των ιών δεν έχει αποδειχθεί. Σημασία φαίνεται να έχει ένας κληρονομικός ιδιοσυστασιακός τρόπος αντίδρασης του οργανισμού. Για την εμφάνιση της νόσου συζητούνται επίσης οι κλιματολογικές επιδράσεις ως και οι δυσμενείς σωματικές και ψυχικές συνθήκες (Stress).

Σήμερα θεωρείται πιθανόν, ότι η κάποιος ιστός του σώματος υφίσταται τέτοιες αλλοιώσεις ώστε να αποκτά αντιγονικές ιδιότητες κατά του ιδίου του σώματος η ανοσοποιητικά κύτταρα να υφίστανται τέτοια αλλαγή, ώστε να μη μπορούν πλέον να αναγνωρίζουν τα κύτταρα του ιδίου του σώματος και να τα αντιμετωπίζουν σαν ξένα. Έτσι οι ανοσολογικές αντιδράσεις οδηγούν σε αυτοκαταστροφή. Δημιουργούνται εξιδρωματικές φλεγμονές στους αρθρικούς θυλάκους, στα έλυτρα των τενόντων και στους ορογόνους θύλακες, ως και στο περικάρδιο και στον υπεζωκότα αλλά σπάνια. Επίσης είναι δυνατόν να εμφανισθούν τυπικές νεκρώσεις σε ιστούς μεσοδερμικής προελεύσεως (σπογγώδη οστά, χόριο δέρματος, τένοντες, μυοκάρδιο).
Στον αρθρικό υμένα εγκαθίσταται μια παραγωγική φλεγμονή, με ινιδώδη εξίδρωση και ιστικές νεκρώσεις. Κοκκιώδης ιστός που ξεκινά από τις πτυχές του υμένα εξαπλώνεται πάνω στον αρθρικό χόνδρο και διαβρώνει αυτόν, αφ'ετέρου είναι δυνατόν ακόμη στην αρχή να διαβρώσει το οστούν στα όρια του αρθρικού χόνδρου. Αργότερα είναι δυνατόν ουλώδεις συρρικνώσεις του αρθρικού θυλάκου να δημιουργήσουν δυσκαμψία στην άρθρωση. Σε βαρειές περιπτώσεις παρατηρείται πλήρη διάβρωση του αρθρικού χόνδρου και του υποχονδρίου οστού, που τελικά καταλήγει σε ινώδη αγκύλωση της άρθρωσης. Σε περίπτωση προσβολής των τενόντιων ελύτρων η πορεία της νόσου είναι αντίστοιχη με αυτή της άρθρωσης. Στην αρχή φλεγμονώδη διόγκωσης του τενόντιου ελύτρου με εξίδρωση, αργότερα διάβρωση του τένοντα μέχρι ρήξεως αυτού.

Φυσικοθεραπεία και μέτρα αποκατάστασης.
Καταβάλλεται προσπάθεια με την κατάλληλη τοποθέτηση και την πλήρη κινητοποίηση όλων των αρθρώσεων να εμποδίσουμε την εμφάνιση συρρικνώσεων. Στην οξεία έξαρση για την ανακούφιση από τον πόνο χρησιμοποιούνται ψυχρή περιτέληξη ή ψυχρά επιθέματα. Κατά διαστήματα η θερμότητα είναι πιο ανεκτή. Με τη θερμότητα επηρεάζεται θετικά η δυσκαμψία και ο ασθενής προετοιμάζεται καλύτερα για την κινησιοθεραπεία. Σε περίπτωση απώλειας λειτουργιών του εριστικού και κινητικού συστήματος τότε πρέπει να χορηγηθούν κατάλληλα βοηθητικά μέσα μετά από σχολαστική δοκιμασία αυτών (π.χ. φορητής κάλτσας, προσαρμογή των σκευών του φαγητού στις ανάγκες του ασθενούς, λαβές σε όλα τα οικιακά σκεύη "βοηθητικό χέρι" κ.α.).